Σκοπός της λογοθεραπείας είναι η θεραπευτική παρέμβαση στην κατανόηση και έκφραση του λόγου.
Πραγματοποιείται αξιολόγηση και θεραπεία ασθενών με νευρολογικές διαταραχές μετά από εγκεφαλική βλάβη που προκαλούν πρόβλημα στην επικοινωνία με τους άλλους.
Η εγκεφαλική βλάβη που προκαλεί αφασία αφορά το αριστερό ημισφαίριο και εκφράζεται σαν Δεξιά Ημιπληγία.
Η διαταραχή στην επικοινωνία μπορεί να είναι λεκτική, δηλαδή ο ασθενής να μην μπορεί να χρησιμοποιήσει τον λόγο είτε γιατί δεν τον κατανοεί είτε γιατί δεν μπορεί να τον εκφράσει. Η κατάσταση αυτή ονομάζεται αφασία και διακρίνεται σε πολλές μορφές ανάλογα με την έκφραση της διαταραχής, εάν δηλαδή αφορά την ομιλία, το διάβασμα ή το γράψιμο.
Πολλές φορές εκφέρεται ο λόγος, αλλά δυσνόητα. Αυτό ονομάζεται δυσαρθρία και ο ασθενής μπορεί να εκπαιδευτεί από τον λογοθεραπευτή παρουσιάζοντας πολύ καλά αποτελέσματα.
Εάν παρά τις θεραπείες ο ασθενής δεν μπορεί να εκφέρει λόγο, υπάρχουν εναλλακτικές μορφές επικοινωνίας στις οποίες εκπαιδεύεται ο ασθενής από τον λογοθεραπευτή.
Ο λογοθεραπευτής εάν είναι κατάλληλα εκπαιδευμένος ασχολείται και με την αξιολόγηση και θεραπεία της κατάποσης, που διαταράσσεται σε νευρολογικές βλάβες.
Η επανεκπαίδευση των γνωσιακών λειτουργιών αποτελεί επίσης ένα μέρος του έργου του λογοθεραπευτή σε συνεργασία και με πολλούς άλλους θεραπευτές.
Συνοπτικά ο λογοθεραπευτής:
- Αξιολογεί και θεραπεύει την λεκτική επικοινωνία (Αφασία-Δυσαρθρία)
- Αξιολογεί και θεραπεύει προβλήματα κατάποσης
- Υποκαθιστά την αδυναμία επικοινωνίας με άλλες τεχνικές υψηλής τεχνολογίας
- Συμμετέχει στην επανεκπαίδευση γνωσιακών διαταραχών
- Κάνει εκμάθηση όλων των ειδών επικοινωνίας με μεγαλύτερο βάρος στην λεκτική επικοινωνία και επανεκπαίδευση νοητικών λειτουργιών, συνειρμού, μνήμης, προσοχής και εκφραστικού "λόγου"
ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΜΕΝΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΛΟΓΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ
LSVT LOUD
Η θεραπευτική μέθοδος LSVT LOUD στοχεύει στην εκπαίδευση των ασθενών να χρησιμοποιούν την φωνή τους εντός των φυσιολογικών ορίων της έντασης κατά την ομιλία σε συνθήκες καθημερινής ζωής. Ειδικότερα, γίνεται «επαναρύθμιση» της αντίληψης της φωνής, ώστε οι ασθενείς να αντιλαμβάνονται οι ίδιοι πόση ένταση χρειάζεται να έχει η φωνή τους για να γίνουν αντιληπτοί και να νιώθουν άνετα να χρησιμοποιούν αυτήν τη «νέα φωνή» σε όλα τα περιβάλλοντα.
Απευθύνεται κατά κύριο λόγο σε ασθενείς με νόσο Πάρκινσον και άλλες νευρολογικές διαταραχές. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια η έρευνα σχετικά με την αποτελεσματικότητα της μεθόδου έχει στραφεί και προς περιπτώσεις ασθενών με δυσαρθρία λόγω αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου ή πολλαπλής σκλήρυνσης, καθώς και προς παιδιατρικούς πληθυσμούς με εγκεφαλική παράλυση ή σύνδρομο Down.